- ανβιλέα
- (anvillea). Φυτικό γένος της οικογένειας των συνθέτων. Ανήκει στα φανερόγαμα. Είναι ποώδη φυτά με μικρά άνθη που σχηματίζουν κεφάλια. O καρπός τους είναι μονόσπερμο αχαίνιο. Στο γένος αυτό περιλαμβάνονται φυτά του Ιράν και της Μικράς Ασίας.
Dictionary of Greek. 2013.